Την άμεση σύλληψη από την αστυνομία, του δράστη του φόνου της 13χρονης Ρομά, ζήτησαν ομόφυλοί της από τον καταυλισμό όπου διέμενε, καθώς και Ρομά που έφτασαν από διάφορα σημεία της χώρας.
Η αστυνομία είχε πάρει δρακόντεια μέτρα γύρω από την πλατεία, χωρίς όμως να χρειαστεί η οποιαδήποτε παρέμβαση της.
Η συγκέντρωση των πολιτών που είχε ανακοινωθεί μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν πραγματοποιήθηκε – ενώ οι Ρομά αποχώρησαν από την κεντρική πλατεία της Άμφισσας απειλώντας «να πάρουν δηλαδή το νόμο στα χέρια τους για να συλλάβουν το δράστη».
Οι αστυνομικοί συνεχίζουν να ερευνούν όλα τα σημεία για να συλλάβουν το δράστη, ωστόσο όμως σημειώνουν πως ο δράστης ξέρει πάρα πολύ καλά την περιοχή και τα βουνά που την περικλείουν, όπως και τα σημεία στα οποία θα μπορούσε να παραμείνει για λίγο διάστημα κρυμμένος, με αποτέλεσμα να είναι οι έρευνες άκαρπες.
Οι αστυνομικοί εκτιμούν ότι «η πιθανή σύλληψη του δράστη αφοπλίζει από επιχειρήματα τους Ρομά και θα αποφευχθούν σκηνές έντασης».
Τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στην αυριανή μέρα, καθώς έχει προγραμματιστεί για τις 11 το πρωί η κηδεία της δεκατριάχρονης. Η αστυνομία αναμένεται να λάβει έκτακτα μέτρα στο μεγαλύτερο μέρος της πόλης.
«Ένα μόλις χρόνο μετά τον άδικο θάνατο του εντεκάχρονου Μάριου στο Μενίδι, σε συνθήκες που δεν έχουν ακόμα πλήρως διαλευκανθεί, θρηνούμε σήμερα στην Άμφισσα ένα δεκατριάχρονο κοριτσάκι ελληνικής καταγωγής Ρομά, θύμα στυγερής δολοφονίας, προϊόν ρατσιστικού, ξενοφοβικού και εκδικητικού παραληρήματος» σημειώνει σε ανακοίνωσή της η Πανελλήνια Ομοσπονδία των Ελλήνων Ρομά «ΕΛΛΑΝ ΠΑΣΕ». Παράλληλα με την καταδίκη της πράξης, η Ομοσπονδία των Ρομά εκφράζει την οδύνη και τη θλίψη της για το περιστατικό και τα οδυνηρά αποτελέσματα που είχε, τονίζοντας πως «απαιτείται ψυχραιμία και νηφαλιότητα από όλες τις πλευρές». Δηλώνει δε, την «απόλυτη εμπιστοσύνη» της στη Δικαιοσύνη.
Ο δήμαρχος Δελφών, Θανάσης Παναγιωτόπουλος, μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, χαρακτήρισε ως μεμονωμένο το συγκεκριμένο περιστατικό. «Αυτό το περιστατικό δεν αποδίδει την ταυτότητα της ήσυχης πόλης που είναι η Άμφισσα» δήλωσε. Ο δήμαρχος, ο οποίος έδωσε στη δημοσιότητα μία ανακοίνωση στη μνήμη της 13χρονης που έχασε τη ζωή της, προσπαθεί να κρατήσει χαμηλούς τους τόνους, θεωρώντας πως «δεν μπορεί κανείς από οποιαδήποτε πλευρά να εκμεταλλευτεί ένα τόσο τραγικό γεγονός». Εκφράζει και ο ίδιος την απορία του για τη «συγκέντρωση των πολιτών», θεωρώντας ότι «τέτοιες συγκεντρώσεις σ’ αυτόν τον χρόνο δεν έχουν να προσφέρουν κάτι ουσιαστικό». Όπως αναφέρει ο κ. Παναγιωτόπουλος, «αυτήν τη στιγμή προσπαθούμε να αποτυπώσουμε τη θέληση της ευρύτερης κοινωνίας της πόλης, ανεξάρτητα από ακραίες φωνές απ’ όπου και αν αυτές προέρχονται». Κρατά, μάλιστα, αποστάσεις ακόμη και από την απογευματινή συγκέντρωση, καθώς, όπως σημειώνει, «πρόκειται για μία συγκέντρωση που δεν ξέρουμε ούτε ποιος την προσκαλεί, δεν ξέρουμε την ταυτότητά της και πολύ, δε, περισσότερο πρόκειται για μία συγκέντρωση, η οποία συγκαλείται μέσα από τα social media. Έχουμε πολύ καιρό μπροστά μας να κουβεντιάσουμε οτιδήποτε. Τώρα δεν είναι η ώρα, καθώς η σημερινή μέρα είναι μία μέρα θλίψης για την πόλη». «Παρόμοιο έγκλημα στην Άμφισσα έχει να γίνει από τις αρχές της δεκαετίας του ’80» υπενθυμίζει.
Την ίδια στιγμή, στον καταυλισμό των τσιγγάνων το κλίμα είναι ιδιαίτερα έντονο. Μάλιστα, ανάμεσά τους υπάρχουν και φωνές οι οποίες ανεβάζουν τους τόνους λέγοντας ότι «θα καεί η πόλη μετά την κηδεία του παιδιού». Ωστόσο, υπάρχουν και περισσότερο ψύχραιμοι, οι οποίοι θεωρούν ότι η σύλληψη του δράστη θα είναι το βάλσαμο για την εκτόνωση της κατάστασης.
ΑΠΕ-ΜΠΕ